Health & Fitness

Φαίνομαι καλά, αλλά είμαι υγιής; Η μεταβολική μας υγεία, καθώς μεγαλώνουμε

Ένας χρήσιμος οδηγός για την υγεία μας: Ο Γ. Παππάς και ο Π. Χούπας μάς εξηγούν τι σημαίνει προδιαβήτης και γιατί έχει σημασία η περίμετρος της μέσης μας

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 962
18’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μεταβολική υγεία
© Getty Images

Μεταβολική υγεία: Μαθαίνοντας να διαβάζουμε τους 5 βασικούς δείκτες στις εξετάσεις αίματος, με οδηγούς τους παθολόγους Γιώργο Παππά και Παναγιώτη Χούπα

Οι περισσότεροι σκεφτόμαστε ότι «αφού δεν έχω κάτι, είμαι καλά». Πολλές φορές, όμως, η φθορά στο σώμα μας συμβαίνει αργά και αθόρυβα. Δεν ήταν μόνο η δημοσιογραφική περιέργεια που με ώθησε να ασχοληθώ με αυτό το θέμα. Μπαίνοντας στη μέση ηλικία, άρχισα να ακούω ένα εσωτερικό καμπανάκι ότι «τώρα πρέπει να προσέχεις περισσότερο». Κάπως έτσι άρχισα να ακούω όλο και πιο συχνά σε podcasts και ομιλίες επιστημόνων έναν όρο που μου ήταν άγνωστος: μεταβολική υγεία. Το να κατανοήσουμε τι σημαίνει θα μπορούσε να μας βοηθήσει να δράσουμε έγκαιρα, ή ακόμα καλύτερα να αποκτήσουμε έναν άλλο τρόπο σκέψης  πριν χρειαστεί να πάρουμε κάποιο χάπι ή να θεραπεύσουμε την εμφάνιση μιας ή περισσότερων νόσων.

Τι είναι μεταβολική υγεία;

Η μεταβολική υγεία αφορά το πώς επεξεργάζεται ο οργανισμός μας την ενέργεια από την τροφή. Είναι ένας συνδυασμός από βιολογικές λειτουργίες που, όταν δουλεύουν σωστά, μας κρατούν μακριά από νόσους όπως ο διαβήτης, η υπέρταση και τα καρδιαγγειακά. Για να καταλάβουμε περισσότερα, απευθύνθηκα σε δύο γιατρούς των οποίων την επιστημονική σκέψη εκτιμώ, ενώ οι αναρτήσεις τους στο Fb είναι πολύ δημοφιλείς και προάγουν την εγγραμματοσύνη της Υγείας.

Γιώργος Παππάς, παθολόγος

Ο Γιώργος Παππάς είναι παθολόγος και ερευνητής επιδημιολογίας και ζωονόσων, γνωστός για την ενημέρωση που προσέφερε την περίοδο της πανδημίας –και όχι μόνο– με τα πολύτιμα «Ημερολόγια κορωνοϊού». Και ο Παναγιώτης Χούπας επίσης παθολόγος με ιδιαίτερο βάθος σε θέματα φιλοσοφίας της ιατρικής και τεκμηριωμένης (evidence-based) πρακτικής. Πέραν του ότι μελετούν συνεχώς τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα, υπηρετούν την ειδικότητα που έχει γενική εποπτεία της κατάστασης της υγείας μας, σε αυτούς πηγαίνουμε τις γενικές εξετάσεις αίματος εκεί που αρχίζουν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια ότι κάτι ίσως δεν πάει καλά.

Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: «Σε μια εκτίμηση από εθνική μελέτη των ΗΠΑ, σε άρθρο του 2019, το ποσοστό των ενηλίκων που ήταν μεταβολικά υγιείς ήταν 12,2%, με λιγότερο από το 1/3 όσων έχουν φυσιολογικό βάρος να είναι μεταβολικά υγιείς, το 8% των υπέρβαρων και το 0,5% των παχύσαρκων» μου λέει ο Γιώργος Παππάς. Πρακτικά: σχεδόν 9 στους 10 ανθρώπους παρουσιάζουν κάποιου είδους μεταβολική δυσλειτουργία ακόμη κι αν φαίνονται καλά. Καθόλου καθησυχαστικό.

Παναγιώτης Χούπας, παθολόγος

Η διατροφή παίζει λοιπόν πολύ μεγάλο ρόλο. Όσο αυξάνεται το σωματικό βάρος —ειδικά το λίπος γύρω από την κοιλιά— τόσο αυξάνεται η πιθανότητα διαταραχών στους βασικούς δείκτες του μεταβολισμού μας. Αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι κάθε υπέρβαρο ή παχύσαρκο άτομο έχει πρόβλημα, αλλά η στατιστική πιθανότητα είναι σαφώς αυξημένη: «Υπάρχει και η υποκατηγορία των “μεταβολικά υγιών” υπέρβαρων ή παχύσαρκων, αν και ακόμη και αυτοί έχουν έναν σχετικά αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο σε σχέση με άτομα αντίστοιχων χαρακτηριστικών αλλά φυσιολογικού σωματικού βάρους».

Πώς ξέρουμε αν είμαστε μεταβολικά υγιείς;

Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, πρέπει να ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στις αιματολογικές μας εξετάσεις. Η μεταβολική υγεία δεν είναι ένας δείκτης. Αλλά ένα σύνολο από τιμές που, όταν βρίσκονται εντός φυσιολογικών ορίων, δείχνουν ότι ο οργανισμός μας επεξεργάζεται σωστά την ενέργεια, ΧΩΡΙΣ, τονίζουν οι γιατροί μας, φαρμακευτική υποστήριξη. Υπάρχουν πέντε βασικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται διεθνώς για να αξιολογηθεί η μεταβολική υγεία και είναι σημαντικό να βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα. Μου δίνουν τα φυσιολογικά εύρη.

Μεταβολικά υγιής θεωρείσαι αν έχεις:

  • Φυσιολογικό σάκχαρο αίματος (με όριο τα 100 mg/dl, ή με γλυκοζυλιωμένη κάτω από 5,7%, ώστε να καλύπτεται και η περίπτωση προδιαβήτη)
  • Καλή χοληστερίνη (HDL ↑ / LDL ↓) (πάνω από 40 mg/dl σε άνδρες και 50 mg/dl σε γυναίκες η HDL, όπου εστιάζουν οι περισσότεροι οργανισμοί αν και θεραπευτικά στην LDL είναι που εστιάζουμε)
  • Χαμηλά τριγλυκερίδια (<150 mg/dl)
  • Φυσιολογική αρτηριακή πίεση (κάτω από 120 η συστολική και 80 η διαστολική, mm Hg)
  • Περιφέρεια μέσης εντός ορίων (π.χ. < 94 cm για άνδρες, < 80 cm για γυναίκες - πολλοί διεθνείς οργανισμοί το δίνουν και 102/ 88)

Έχω διαβάσει ότι αν κάποιος έχει τουλάχιστον τρεις από αυτούς εκτός ορίων –ή αν λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για να τους ελέγχει– θεωρείται μεταβολικά μη υγιής. Ότι δηλαδή το σώμα του έχει αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξει χρόνιες παθήσεις, ακόμα κι αν σήμερα δεν παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα. Ισχύει; ρωτάω.

Τυπικά, ναι, είναι η απάντηση. «Αλλά ορισμένες από αυτές τις παραμέτρους, ακόμη και αν οι υπόλοιπες είναι καλές, μεμονωμένα αποτελούν μια μορφή νοσηρότητας, π.χ. ο διαβήτης με καλές τιμές λιπιδίων, χωρίς υπέρταση και καλό σωματικό βάρος».

Μεταβολική υγεία
© Getty Images

Μεγαλώνοντας, δεν έχουμε τις ίδιες αντοχές

Μετά τα 45-50 -55 το αισθάνεσαι: αν τρως πρόχειρα, αν δεν κινείσαι, αν δεν κοιμάσαι καλά, αν έχεις πολύ στρες… Το σώμα σου, μέχρι τότε, τα κατάφερνε καλύτερα, από τη μέση ηλικία και μετά αρχίζει να αντιδρά. Αυτό σημαίνει ότι αρχίζεις να γερνάς; Ο Γιώργος Παππάς αναφέρεται σε μια σημαντική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature Aging, η οποία εντοπίζει δύο ηλικιακά «άλματα» στην πορεία της γήρανσης: «Ότι ουσιαστικά η “γήρανση” του οργανισμού δεν είναι ένα συνεχές, αλλά εμφανίζεται με δύο “αιχμές γήρανσης”: η μία στα 44, όπου αρχίζουν αλλαγές στον μεταβολισμό λιπιδίων και αλκοόλ, και στον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Και η άλλη στα 60, με διαταραχές στην ανοσολογική ρύθμιση και στον μεταβολισμό των υδατανθράκων».

Κάπου εδώ, αρχίζουν οι ιατρικοί όροι και οι άγνωστες λέξεις. Στην πράξη, όμως, τα γνωρίζουμε από πρώτο χέρι: ότι ανεχόμαστε λιγότερο το φαγητό (π.χ. μας πειράζει όταν τρώμε το βράδυ) και κυρίως το αλκοόλ (αν πιούμε έστω και λίγο, την άλλη μέρα είμαστε χάλια), ότι παχαίνουμε πολύ πιο εύκολα ακόμα και με τις ίδιες θερμίδες (μετά τα 50 θέλει προσπάθεια για να μην πάρεις βάρος). Ότι η πίεση, το σάκχαρο και τα λιπίδια μπορεί να υπερβούν τα φυσιολογικά εύρη, ακόμη κι αν ήμασταν πάντα «εντάξει» (το βλέπουμε στις εξετάσεις μας). Ακόμα και το ανοσοποιητικό μας αλλάζει (ο στρατός του σώματος που μας προστατεύει από ιούς, βακτήρια και άλλες απειλές) — μπορεί να γίνει υπερδραστήριο προκαλώντας μικροφλεγμονές ή να υπολειτουργεί (εν αγνοία μας αυτό), με αποτέλεσμα να γινόμαστε όμως πιο ευάλωτοι σε λοιμώξεις, χρόνιες ασθένειες, ακόμα και σε καρκινικές αλλοιώσεις.

Επομένως, ένα πρώτο σημαντικό ερώτημα είναι «αν κάποιος πάει σε αυτά τα κρίσιμα χρονικά σημεία με κάποια προϋπάρχουσα επιβάρυνση, η οποία μπορεί να είναι σε μεγάλο βαθμό γενετική προδιάθεση και σε κάποιο βαθμό επίκτητη (όπως οι διατροφικές συνήθειες ή η έλλειψη σωματικής άσκησης), στα νευροεκφυλιστικά νοσήματα η αντίστοιχη εκγύμναση νου – εγώ προτείνω στους μεγάλης ηλικίας να λύνουν τακτικά σταυρόλεξα/sudoku και φυσικά να διαβάζουν)».

Δεν ξεκινάμε όλοι από το ίδιο σημείο! Κάποιοι είναι από τη φύση τους πιο ευνοημένοι και άρα η μεταβολική μας υγεία είναι συνδυασμός γονιδίων και καθημερινών επιλογών

Προσέξτε, όμως, δεν ξεκινάμε όλοι από το ίδιο σημείο! Κάποιοι είναι από τη φύση τους πιο ευνοημένοι και άρα η μεταβολική μας υγεία είναι συνδυασμός γονιδίων και καθημερινών επιλογών. «Τα λιπίδια, η αρτηριακή πίεση και το σάκχαρο, έχουν ΚΑΙ γενετική προδιάθεση: η υπέρταση άλλωστε στις περισσότερες περιπτώσεις ονομάζεται ιδιοπαθής (αγνώστου αιτιολογίας) και συχνότερη σε περίπτωση που υπάρχει και στους γονείς. Το ίδιο ισχύει ως προδιάθεση και για τον διαβήτη, ενώ η τιμή βάσης της HDL (της καλής χοληστερίνης) είναι σε μεγάλο βαθμό γενετικά προκαθορισμένη και δεν αυξάνει εύκολα, ακόμα και με άσκηση».

Που σημαίνει ότι αν δύο άνθρωποι τρώνε και κινούνται με τον ίδιο τρόπο, ο ένας μπορεί να εμφανίσει διαβήτη ή υπέρταση πολύ νωρίτερα από τον άλλο. Όταν, όμως, γνωρίζεις την προδιάθεσή σου έχεις την επιλογή να «σε φροντίσεις» πιο συνειδητά.

Μεταβολική υγεία
© Art Institute of Chicago, Unsplash

Γιατί το πάχος στην κοιλιά είναι πιο επικίνδυνο;

«Πολλαπλές παράμετροι καθορίζουν την μεταβολική υγεία, και οι ειδικοί προσπαθούν να επεκτείνουν τον ορισμό προσθέτοντας και άλλες» σημειώνουν οι γιατροί μας. «Ουσιαστικά είναι τα 5 που αναφέρθηκαν, HDL, τριγλυκερίδια, σάκχαρο και απουσία προδιαβήτη, αρτηριακή πίεση και περίμετρος μέσης». Σε αυτό το τελευταίο θέλω να επιμείνουμε.

Ειδικά μετά τα 40 –και ακόμη περισσότερο μετά την εμμηνόπαυση στις γυναίκες– εκεί παχαίνουμε: το λίπος συγκεντρώνεται γύρω από τη μέση, και δεν είναι αθώο. Η περίμετρος μέσης θεωρείται πιο αξιόπιστος δείκτης μεταβολικού κινδύνου από τον γνωστό Δείκτη Μάζας Σώματος (BMI). Γιατί; Γιατί δείχνει πού συσσωρεύεται το λίπος — και το σπλαχνικό λίπος, δηλαδή αυτό που βρίσκεται βαθιά στην κοιλιά, είναι πολύ πιο επικίνδυνο από το λίπος στους γοφούς ή στους μηρούς, που είναι υποδόριο, εξηγούν οι γιατροί μας. «Γι’ αυτό και κάποιοι προτιμούν την αναλογία περιμέτρου μέσης / ισχίων: όσο μεγαλύτερος ο δείκτης, τόσο υψηλότερος ο μεταβολικός κίνδυνος».

Κάπως έτσι μου λύνουν την απορία, γιατί το πάχος στην κοιλιά θεωρείται τοξικό. «Το σπλαγχνικό λίπος λειτουργεί σαν ενδοκρινής αδένα: παράγει συγκεκριμένες ορμόνες όπως η αντιπονεκτίνη, επηρεάζει τον μεταβολισμό και τροφοδοτεί φλεγμονώδεις διεργασίες». Σε φυσιολογικές συνθήκες, λειτουργεί σαν αποθήκη ενέργειας – δηλαδή το σώμα αποθηκεύει τις πλεονάζουσες θερμίδες από την τροφή μας με τη μορφή λίπους, για μελλοντική χρήση. Όταν όμως πρέπει να αποθηκευτεί περισσότερο λίπος (δηλαδή περίσσειες θερμίδες), υπάρχουν δύο πιθανά σενάρια:

  • Το λίπος «επεκτείνεται» με υπερπλασία, δημιουργεί δηλαδή νέα λιποκύτταρα. Η κατανομή πάχους εδώ είναι πιο ομοιόμορφη, και είναι μια πιο «υγιής» διαδικασία που συνήθως αφορά το υποδόριο λίπος.
  • Το λίπος «υπερτρέφεται», δηλαδή τα υπάρχοντα λιποκύτταρα μεγαλώνουν υπερβολικά, γίνονται δυσλειτουργικά και συμμετέχουν σε έναν φαύλο κύκλο υποβόσκουσας φλεγμονώδους διεργασίας. Αυτό σημαίνει η εικόνα του γνωστού «κοιλιακού πάχους», όταν έχουμε λεπτά άκρα αλλά φουσκωμένη κοιλιά. Το λίπος αυτό δεν είναι απλώς μια αποθήκη θερμίδων — δρα σαν φλεγμονώδης αδένας και σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, υπέρταση, καρδιαγγειακά νοσήματα και άλλες χρόνιες παθήσεις.

Τι είναι η «καλή» και η «κακή» χοληστερίνη;
Όταν βλέπουμε τις τιμές στις εξετάσεις αίματος, καταλαβαίνουμε αν είναι εντός ή εκτός των ορίων. Τι σημαίνει «καλή» και «κακή» χοληστερίνη; Η χοληστερίνη είναι μια λιπαρή ουσία που κυκλοφορεί στο αίμα μας, απαραίτητη για τη λειτουργία των κυττάρων. Δεν είναι «καλή» ή «κακή» από μόνη της — το κρίσιμο είναι πώς μεταφέρεται και πού συσσωρεύεται.

HDL είναι η «καλή» χοληστερίνη (High-Density Lipoprotein). Αυτή λειτουργεί σαν «σκουπιδιάρης» του οργανισμού: μαζεύει την περίσσεια χοληστερίνη από τα αγγεία και τη μεταφέρει πίσω στο ήπαρ για επεξεργασία. Όσο πιο υψηλή είναι η HDL, τόσο καλύτερη είναι η καρδιοπροστασία. Επηρεάζεται θετικά από άσκηση, υγιεινή διατροφή και απώλεια βάρους — όπως είπαμε, αν έχει και γενετικό υπόβαθρο δεν ανεβαίνει εύκολα σε όλους.

Η «καλή» χοληστερίνη λειτουργεί σαν «σκουπιδιάρης» του οργανισμού.

LDL είναι η «κακή» χοληστερίνη (Low-Density Lipoprotein). Αυτή κάνει την αντίστροφη διαδρομή: μεταφέρει τη χοληστερίνη από το ήπαρ προς τα κύτταρα. Έτσι, η περίσσεια LDL αρχίζει να συσσωρεύεται στα τοιχώματα των αγγείων, σχηματίζοντας αθηρωματικές πλάκες. Τι είναι αυτές οι πλάκες; Συσσωρεύσεις λίπους, χοληστερίνης, ασβεστίου και φλεγμονωδών κυττάρων. Κολλάνε στα τοιχώματα των αρτηριών —των αγγείων που μεταφέρουν αίμα από την καρδιά στο σώμα— και μοιάζουν σαν «πουρί» στις σωληνώσεις: όσο στενεύει το αγγείο, η ροή του αίματος δυσκολεύει και δεν οξυγονώνονται επαρκώς ζωτικά όργανα. Αν μια πλάκα σπάσει (κάτι που μπορεί να γίνει ξαφνικά), σχηματίζεται θρόμβος: έμφραγμα, αν φράξει αγγείο της καρδιάς / εγκεφαλικό, αν φράξει αγγείο στον εγκέφαλο.

Ιδανικά, θέλουμε χαμηλή LDL και υψηλή HDL. «Οπότε, η μεμονωμένη μέτρηση της ολικής χοληστερόλης, της “χοληστερίνης” κατά το ευρύτερο κοινό, δεν λέει πολλά: δυο άνθρωποι με την ίδια τιμή μπορεί να έχουν τελείως διαφορετικές τιμές HDL, οπότε και τελείως διαφορετικές τιμές LDL, άρα διαφορετικό κίνδυνο. Εξ ου και οι εργαστηριακές μετρήσεις πρέπει πάντα να ερμηνεύονται από τον προσωπικό γιατρό καθενός».

Μεταβολική υγεία
© The New York Public Library, Unsplash

Ποιες εξετάσεις είναι πραγματικά χρήσιμες προληπτικά;
Εκτός από τους γνωστούς δείκτες, όπως η χοληστερίνη, το σάκχαρο ή η πίεση, ο Παναγιώτης Χούπας αναφέρει έναν βιοδείκτη που μέχρι πριν λίγον καιρό σπάνια μετριόταν, αλλά τελευταία απέκτησε μεγάλη σημασία για τη διεθνή επιστημονική κοινότητα: «Σχετικά πρόσφατα, η λιποπρωτεΐνη A [Lp(a)] προτάθηκε ως ισχυρός παράγοντας καρδιαγγειακού κινδύνου, με βάση γενετικές μελέτες. Δεδομένου μάλιστα ότι τα γενετικώς καθοριζόμενα επίπεδα της Lp(a) είναι περίπου σταθερά σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας και η μέτρησή της συνιστάται μία φορά διά βίου. Αν και δεν υπάρχει ακόμα τρόπος αντιμετώπισης του νέου αυτού παράγοντα κινδύνου, ως όριο προτάθηκαν τα 50 mg/dl» διευκρινίζει.

Μια χρήσιμη πληροφορία: «Η μέτρηση της λιποπρωτεΐνης α συμπεριλαμβάνεται στο πάνελ εξετάσεων του προγράμματος “Προλαμβάνω”, και όσοι έχουν αυξημένη τιμή θα πρέπει να κάνουν εκείνο που περνά από το χέρι τους: να ελέγξουν τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου». Όσον αφορά τη μεταβολική υγεία: ο κλινικός έλεγχος θα εκτιμήσει την αρτηριακή πίεση (αρκεί να γίνεται σωστά η μέτρηση, σε ήρεμη κατάσταση, καθιστός, με το σωστό μέγεθος περιχειρίδας) και την περίμετρο μέσης – στο ιατρείο ή και μόνοι μας.

Οι βασικές εξετάσεις αίματος για τον ενήλικο πληθυσμό περιλαμβάνονται επίσης στο εθνικό πρόγραμμα προληπτικής ιατρικής «Προλαμβάνω»: Έλεγχος λιπιδίων (Ολική χοληστερόλη, HDL, LDL και τριγλυκερίδια), σε ενήλικες 30-70.

Στο «Προλαμβάνω» περιλαμβάνεται και ο έλεγχος του σακχάρου, όπου μια τιμή κάτω του 100 mg/dl ισοδυναμεί με φυσιολογική – οι τιμές αυτές μπορεί να επηρεάζονται ακόμη και από έναν πρωινό καφέ. «Πιο αξιόπιστη για τη μακροπρόθεσμη εικόνα του σακχάρου είναι η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c), γιατί δείχνει τον μέσο όρο του σακχάρου τους τελευταίους 2-3 μήνες. Εκεί μια τιμή κάτω του 5,7% είναι φυσιολογική, αλλά μια τιμή 5,7-6% μπορεί να υποδηλώνει προδιαβήτη» – να μια χρήσιμη λέξη.

Τι σημαίνει προδιαβήτης; (ένα ακόμα μεταβολικό καμπανάκι): «Ότι μπορεί να έχει ξεκινήσει μια μη αναστρέψιμη πορεία ανεπάρκειας παραγωγής ινσουλίνης και τελικά διαβήτη, ή ότι μπορεί να αναστραφεί με μια επιθετική προσέγγιση στους εξωγενείς παράγοντες – δίαιτα, άσκηση, απώλεια βάρους. Ακόμη και η απλή παραμονή σε αυτό το limbo όμως, αυξάνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο».

Πόσο συχνά συνιστάται να γίνονται αυτές οι εξετάσεις σε άτομα χωρίς ιστορικό, και από ποια ηλικία και μετά;

O νέος κανονισμός του ΕΟΠΥΥ (ΦΕΚ Μαΐου 2025) συνιστά: Για την πρόληψη των καρδιοπαθειών, εξετάσεις χοληστερόλης, ολικής και κλασμάτων υψηλής και χα μηλής πυκνότητας, καθώς και τριγλυκεριδίων, με σκοπό τη διάγνωση δυσλιπιδαιμιών, κάθε πέντε (5) χρόνια σε άνδρες και γυναίκες από δεκαπέντε (15) έως τριάντα (30) ετών και κάθε τρία (3) χρόνια\ σε άνδρες και γυναίκες άνω των τριάντα (30) ετών. Για την πρόληψη και διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη, εξετάσεις γλυκόζης αίματος, γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HBAlc) και δοκιμασία ανοχής γλυκόζης κάθε πέντε (5) χρόνια σε άνδρες και γυναίκες από δεκα πέντε (15) έως πενήντα (50) ετών και κάθε τρία (3) χρόνια σε άνδρες και γυναίκες άνω των πενήντα (50) ετών. Επίσης, κάθε δυο (2) χρόνια σε άτομα με υψηλό κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη, όπως α) συγγενείς α’ βαθμού με διαβήτη (κληρονομικότητα), β) άτομα με ΒΜΙ>30, γ) γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, δ) γυναίκες με ιστορικό διαβήτη κύησης, και ε) ασθενείς που πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση και δυσλιπιδαιμία.

Μεταβολική υγεία
© Zynwx Xnsuy, Unsplash

Μεταβολική υγεία και Φλεγμονή: μια ύπουλη αιτία ανάπτυξης παθήσεων
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι όλες μας οι καθημερινές συνήθειες —από το τι τρώμε, μέχρι το πώς κοιμόμαστε, αν κάνουμε καθιστική ζωή  ή κατά πόσο διαχειριζόμαστε το στρες— επηρεάζουν τον μεταβολισμό μας. Όχι μόνο μέσα από θερμίδες ή καύσεις, αλλά μέσω πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων με το ανοσοποιητικό και το μικροβίωμα του εντέρου.

Όπως εξηγεί ο Γιώργος Παππάς: «Υπάρχει πληθώρα πειραματικών δεδομένων ότι η απορρύθμιση της μεταβολικής υγείας μπορεί να είναι και επακόλουθο μιας χρόνιας διαρκούς φλεγμονής στον οργανισμό. Αυτή μπορεί να προέρχεται ακόμη και από τον τρόπο που η διατροφή επηρεάζει το μικροβίωμα του εντέρου». Είναι μια άλλη, μεγάλη συζήτηση: Η κακή διατροφή (πολλά επεξεργασμένα τρόφιμα, λίγες φυτικές ίνες) αλλάζει το μικροβίωμα τα καλά βακτήρια του εντέρου ενεργοποιώντας φλεγμονώδεις αντιδράσεις.

Αλλά η φλεγμονή δεν προέρχεται μόνο από το έντερο. «Όπως είπαμε και πριν, και το σπλαγχνικό λίπος συμμετέχει σε έναν φαύλο κύκλο φλεγμονής», εξηγεί. «Προκαλεί διαταραχή στη λειτουργία κυττάρων του ανοσοποιητικού όπως τα μακροφάγα — τους “καθαριστές” του οργανισμού όταν υπάρχει απειλή ή φθορά, που είναι στην πρώτη γραμμή άμυνας του οργανισμού).

Ξέρουμε επίσης ότι το χρόνιο στρες διατηρεί τον οργανισμό σε συνεχή συναγερμό. Αυτή η κατάσταση, που ο Γ. Χρούσος έχει περιγράψει ως “σύνδρομο χρόνιου στρες και φλεγμονής”, διαταράσσει την ορμονική και μεταβολική ισορροπία. Παράλληλα, η έλλειψη κίνησης κάνει το λίπος πιο «στατικό» και βιολογικά δραστικό, ενώ η τακτική σωματική δραστηριότητα έχει αποδεδειγμένα αντιφλεγμονώδη επίδραση. Δεν μιλάμε για πυρετό ή πονόλαιμο. Μιλάμε για κάτι πιο ύπουλο: για παράδειγμα, ένα σώμα που νιώθει συχνά πρησμένο, κουρασμένο χωρίς λόγο, που δυσκολεύεται να ανακάμψει, έχει συχνές λοιμώξεις, μικρά δερματικά ή γαστρεντερικά προβλήματα, και δυσκολία συγκέντρωσης.

Αυτά είναι σημάδια μιας σιωπηλής, υποκλινικής φλεγμονής, η οποία, όταν παραμένει ενεργή για μήνες ή χρόνια, συμβάλλει στην ανάπτυξη χρόνιων παθήσεων: διαβήτη, καρδιαγγειακών νοσημάτων, ακόμα και κάποιων μορφών άνοιας.

Μεταβολική υγεία
© Getty Images, Zynwx Xnsuy, Unsplash

Κακή μεταβολική υγεία σημαίνει: πολυνοσηρότητα & πολυφαρμακία
Οι βασικές παράμετροι της μεταβολικής υγείας –λιπίδια, πίεση, σάκχαρο– δεν είναι απλώς αριθμοί. Αν δεν ελεγχθούν, οδηγούν σε παθήσεις με σοβαρές επιπλοκές. «Οι διαταραχές αυτές σχετίζονται με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο: στεφανιαία νόσο, έμφραγμα, αγγειακά εγκεφαλικά, νόσους των περιφερικών αγγείων». Αλλά και: «Ο διαβήτης επηρεάζει την όραση και τη νεφρική λειτουργία. Πολύ υψηλά τριγλυκερίδια μπορεί να προκαλέσουν οξεία παγκρεατίτιδα. Η παχυσαρκία, με τη σειρά της, συνδέεται με αυξημένη ευαισθησία σε λοιμώξεις».

Η πορεία προς την πολυνοσηρότητα ξεκινά με αλλαγές που δεν μας φαίνονται σημαντικές: «Η σταδιακή αύξηση του σπλαχνικού λίπους όταν, για παράδειγμα, χαλαρώνεις τη ζώνη ή παίρνεις ένα νούμερο μεγαλύτερο παντελόνι είναι ήδη ένα σημάδι. Και κυρίως, ο προδιαβήτης είναι ένα κρίσιμο καμπανάκι. Εκεί μπορείς ακόμα να προλάβεις». Αντίθετα, άλλοι δείκτες είναι πιο δύσκολο να ελεγχθούν: «Η ιδιοπαθής υπέρταση δύσκολα προλαμβάνεται — στην καλύτερη περίπτωση, καθυστερείται. Η HDL μπορεί να βελτιωθεί με άσκηση, αλλά όχι θεαματικά. Τα τριγλυκερίδια είναι πιο “ευαίσθητος” δείκτης — μπορεί να επηρεαστούν έντονα από το τι έφαγες ή ήπιες το προηγούμενο βράδυ. Μια βραδιά με προβατίνα και αλκοόλ σε πανηγύρι μπορεί να κάνει τα τριγλυκερίδιά σου να “πετάξουν”» εξηγεί με γλαφυρό τρόπο ο Γ. Παππάς.

Όταν χαλαρώνεις τη ζώνη ή παίρνεις ένα νούμερο μεγαλύτερο παντελόνι είναι ήδη ένα σημάδι. Και κυρίως, ο προδιαβήτης είναι ένα κρίσιμο καμπανάκι. Εκεί μπορείς ακόμα να προλάβεις.

Κάποιος που θεωρεί ότι έχει «μόνο πίεση» ή «λίγο ανεβασμένο ζάχαρο» στην πραγματικότητα έχει αρχίσει να αναπτύσσει και δεύτερη/τρίτη πάθηση. Ο Παναγιώτης Χούπας σημειώνει ότι η πολυνοσηρότητα έρχεται και ως συνέπεια «της αύξησης του μέσου όρου ζωής, που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του ηλικιωμένου πληθυσμού στις προηγμένες χώρες». Προσθέτοντας πως «πολυνοσηρότητα υπάρχει και στις μη προηγμένες χώρες, για τους ακριβώς αντίθετους λόγους και κατά κανόνα σε νεότερους πληθυσμούς».

Σε κάθε περίπτωση, «η πολυνοσηρότητα έχει δυσμενέστατες επιδράσεις σε επίπεδο ατόμου, φροντιστών και κοινωνίας» σημειώνει ο γιατρός μας. «Το ζητούμενο, πάντως, είναι μια ιατρική προσέγγιση που να βλέπει τον άνθρωπο ολιστικά: ως ένα ενιαίο, δυναμικό σύνολο. Και να αρχίζει νωρίς, πριν ξεκινήσει η αλυσίδα των προβλημάτων. Κάθε νοσηρή κατάσταση ενός οργάνου ή οργανικού συστήματος, συμπαρασύρει και άλλα όργανα ή συστήματα. Δεν είναι λοιπόν καθόλου σπάνιο, η ύπαρξη πολλαπλών παραγόντων κινδύνου (π.χ. ανθυγιεινές συνήθειες και κακή μεταβολική υγεία) να προκαλεί περισσότερες από μία οργανικές νόσους, αλλά και η προσπάθεια ελέγχου των παραγόντων κινδύνου και των συνακόλουθων νόσων με φάρμακα να επιβαρύνει την πολυνοσηρότητα (παρενέργειες και αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους)».

Κάπως έτσι πολλοί καταλήγουν μετά τα 60-70 με κασετίνες προγραμματισμού για τα ημερήσια χάπια, που συνεχώς αυξάνονται – οι νεότεροι το έχουμε ζήσει με τους γονείς μας. Ως πολυφαρμακία ορίζεται η τακτική χρήση 5 ή περισσότερων σκευασμάτων. «Μπορεί να είναι απαραίτητη, σε σύνθετες καταστάσεις, συχνά όμως είναι καταχρηστική, επειδή κάθε ιατρική ειδικότητα προσθέτει και από ένα φάρμακο, μη λαμβάνοντας υπόψη αλληλεπιδράσεις ή μη προσαρμόζοντας σε ατομικές παραμέτρους (βάρους, νεφρικής λειτουργίας, ηλικίας). Για να ευλογήσουμε τα γένια μας, εδώ είναι ο κομβικός ρόλος του παθολόγου – ο οποίος οφείλει να εποπτεύει κάθε χορηγούμενη αγωγή, την ανάγκη της, την συμβατότητά της, και να προβαίνει σε deprescribing ή συζήτηση περί αυτού με τον ειδικό, αν χρειάζεται» σημειώνει ο Γ. Παππάς.

Μεταβολική υγεία
© Bonnie Kittle, Unsplash

Τι μπορούμε να κάνουμε;
Όλα αυτά δεν τα λέμε για να τρομάξουμε, αλλά για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Δύο πράγματα: «Είναι σημαντική η έγκαιρη αναγνώριση των προδιαθέσεων: με οικογενειακό ιστορικό, κλινική εξέταση και βασικό εργαστηριακό έλεγχο (λιπίδια, σάκχαρο, πίεση, περίμετρος μέσης) – αυτό είναι το πρώτο». Το δεύτερο είναι «η τροποποίηση άλλων παραγόντων κινδύνου, ειδικά του καπνίσματος που προσθέτει σημαντικά στον καρδιαγγειακό κίνδυνο». Να αλλάξουμε δηλαδή συνήθειες που επιβαρύνουν τη μεταβολική μας υγεία: καθιστική ζωή, κακή διατροφή, αυξημένο βάρος.

Αν δεν μπορούμε να αλλάξουμε το DNA μας, μπορούμε να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αυτό εκφράζεται. Όσο νωρίτερα καταλάβει κάποιος ότι έχει π.χ. μια κληρονομική επιβάρυνση (π.χ. διαβήτη ή υπέρταση στην οικογένεια), τόσο πιο έγκαιρα μπορεί να βάλει ένα φρένο στην εκδήλωση ή επιδείνωση μια ασθένειας. «Μερικές φορές, αρκεί να ξεκινήσεις με ένα δεκάλεπτο περπάτημα κάθε μέρα και να κόψεις το κάπνισμα, για να αλλάξεις τον καρδιαγγειακό σου κίνδυνο: παρότι —είπαμε— οι συνήθειες δεν αλλάζουν εύκολα».

Μερικές φορές, αρκεί να ξεκινήσεις με ένα δεκάλεπτο περπάτημα κάθε μέρα και να κόψεις το κάπνισμα, για να αλλάξεις τον καρδιαγγειακό σου κίνδυνο: παρότι οι συνήθειες δεν αλλάζουν εύκολα.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε.

  • Διατροφή: να τρώμε όσο το δυνατόν λιγότερο επεξεργασμένο φαγητό, λιγότερη ζάχαρη, πιο σταθερή πρόσληψη θρεπτικών συστατικών.
  • Κίνηση: όχι μόνο γυμναστική — ακόμα και το να κινούμαστε καθημερινά, όσο γίνεται.
  • Καλός ύπνος και διαχείριση άγχους: δύο παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα τον μεταβολική μας υγεία.
  • Νοητική άσκηση και κοινωνική δραστηριότητα: ειδικά όσο μεγαλώνουμε.

 Ποιες αλλαγές να ξεκινήσει κανείς άμεσα;
Ο Γ. Παππάς εστιάζει στο κάπνισμα: «Να κόψει το τσιγάρο, αν καπνίζει. Είναι ένας παράγοντας κινδύνου αμιγώς επίκτητος, και το ακόμη χειρότερο, σχετίζεται με καρκίνο του πνεύμονα, για τον οποίο δεν υπάρχει στην Ελλάδα ακόμη προληπτικό πρόγραμμα (με ετήσιο έλεγχο με αξονική θώρακα χαμηλής ευκρίνειας) και όταν εμφανιστεί θα έχει κατά πάσα πιθανότητα κακή, μη αναστρέψιμη, πρόγνωση».

Ο Π. Χούπας για τη διατροφή, την άσκηση και τον έλεγχο του βάρους:

1) Να περιορίσει το αλάτι στη διατροφή του. Στη σύγχρονη εποχή το αλάτι χρησιμοποιείται ως βελτιωτικό γεύσης και ως μέσο συντήρησης των τροφίμων. Τα φυσικά τρόφιμα περιέχουν το απαραίτητο αλάτι για τις ανάγκες του οργανισμού, χωρίς να χρειάζεται οποιαδήποτε προσθήκη από την αλατιέρα! Συνεπώς μια ισοζυγισμένη δίαιτα, στην οποία τρώμε «απ’ όλα» σε σωστές ποσότητες, μας παρέχει όσο αλάτι χρειαζόμαστε. Όμως, τα περισσότερα επεξεργασμένα και συντηρημένα τρόφιμα, όπως και τα φαγητά που τρώμε «έξω» περιέχουν πολύ περισσότερο. Η υπερβολική πρόσληψη άλατος είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου, όχι μόνο για το καρδιαγγειακό (υπέρταση), αλλά και για τους νεφρούς και άλλα όργανα (ακόμα και για οστεοπόρωση!).

2) Να περιορίσει τα κορεσμένα λίπη στη διατροφή του. Αυτά βρίσκονται σε όλα τα ζωικής προέλευσης τρόφιμα, στα αυγά και σε ορισμένα «εξωτικά» λάδια όπως το φοινικέλαιο. Τα κορεσμένα λίπη, εκτός από το ότι προσθέτουν αχρείαστες θερμίδες, αποτελούν και τον μείζονα παράγοντα κινδύνου για την αύξηση της «κακής» χοληστερίνης (LDL), με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

3) Να περπατά τουλάχιστον 30 λεπτά την ημέρα επί 5 φορές την εβδομάδα. Τα ευεργετικά οφέλη της απλής και εύκολα συνήθως εφαρμόσιμης αυτής σύστασης είναι πολλά, και δύσκολα θα βρει κανείς κατευθυντήριες οδηγίες υγειονομικού φορέα που να μην την περιλαμβάνουν.

4) Να ελέγξει το βάρος του, με δίαιτα και άσκηση. Η προσφυγή σε ειδικούς, τόσο γιατρούς όσο και επιστήμονες συναφών αντικειμένων (διατροφολόγους και ψυχολόγους), δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ταμπού, αλλά ως ενδεχόμενη αναγκαιότητα.

Μεταβολική υγεία
© Teresa Uwruw, Unsplash

Η υγεία δεν είναι δεδομένη αλλά ποτέ δεν είναι αργά!

Όλα αυτά δεν είναι πληροφορίες για γιατρούς. Δεν μιλάμε απλώς για «καλές εξετάσεις», αλλά για τη βάση πάνω στην οποία χτίζεται η σωματική και ψυχική μας ισορροπία: η ενέργεια και η διάθεσή μας, η υγεία της καρδιά μας, τα αγγεία μας, ο εγκέφαλός μας, το ανοσοποιητικό μας.

Κι όμως, κανείς δεν μας μαθαίνει τι σημαίνει «προδιαβήτης», γιατί έχει σημασία η «περίμετρος της μέσης» ή πώς το «λίπος στην κοιλιά» επηρεάζει την άμυνα του οργανισμού. Αντί γι’ αυτό, μαθαίνουμε να συνδέουμε τη διατροφή και την κίνηση μόνο με την εμφάνιση και την ομορφιά – όχι με την υγεία. Μια ολόκληρη βιομηχανία έχει στηθεί για το πώς φαινόμαστε, αλλά δεν επενδύουμε καθόλου στη διατροφική παιδεία. Σαν αποτέλεσμα έχουμε συστήματα υγείας στα όριά τους και ένα health gap τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής μας ή και περισσότερο.

Κανείς δεν μας μαθαίνει τι σημαίνει «προδιαβήτης», γιατί έχει σημασία η «περίμετρος της μέσης» ή πώς το «λίπος στην κοιλιά» επηρεάζει την άμυνα του οργανισμού

Τι κρατάμε από όλη αυτή τη μεγάλη συζήτηση; Ότι χρειάζεται να μας φροντίζουμε — όχι μόνο όταν εμφανιστεί ένα πρόβλημα, αλλά πολύ νωρίτερα. Κι ότι όταν κάτι αλλάζει στο σώμα μας, ακόμη και ανεπαίσθητα, να το παρατηρούμε, να το προλαβαίνουμε. Στη μέση ηλικία, τα πρώτα σημάδια μπορούν να μας αφυπνίσουν. Φανταστείτε όμως να μεγαλώναμε γνωρίζοντας τι μας κάνει καλό, μαθαίνοντας να αγαπάμε τις υγιεινές συνήθειες. Να ξέραμε από παιδιά ότι η ζάχαρη, τα επεξεργασμένα τρόφιμα και η καθιστική ζωή επιβαρύνουν ολόκληρη τη λειτουργία του οργανισμού μας. Και ότι ο υγιεινός τρόπος ζωής δεν είναι τιμωρία που επιβάλλει ο γιατρός, αλλά το να ζούμε σε αρμονία με το ίδιο μας το σώμα. Μοιάζει να τα κάνουμε όλα λάθος, με την παιδική παχυσαρκία να αποκτάει σταδιακά διαστάσεις επιδημίας.

Έρχεται μια στιγμή που καταλαβαίνεις ότι η πρόληψη δεν είναι αφηρημένη έννοια, αλλά μια συνεχής επιλογή: στο τι τρώμε, στη στάση του σώματος, στην αναπνοή, στον ύπνο, στη διαχείριση του άγχους. Ίσως η γνώση βοηθάει: το να μπορούμε να «διαβάζουμε» το σώμα μας ίσως —σκέφτομαι— ενδυναμώνει την επιθυμία να είμαστε υγιείς. Το παρήγορο είναι πως ποτέ δεν είναι αργά.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Μαριχουάνα
Η χρήση μαριχουάνας αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου από καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό - Τι δείχνει νέα μελέτη

Στοιχεία από περισσότερους από 200 εκατομμύρια ενήλικες καταδεικνύουν ισχυρή συσχέτιση μεταξύ χρήσης κάνναβης και καρδιαγγειακών επεισοδίων

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.